Ο πασάς (τουρκικά paşa, από το padeshah) ήταν ανώτερος τίτλος στην οθωμανική διοικητική και στρατιωτική ιεραρχία, καθώς και στο Βασίλειο της Αιγύπτου. Προέρχεται κατ΄ άλλους από τον πρωτοτουρκικό όρο bash ağa που σήμαινε αρχηγός ή φύλαρχος, ενώ κατ΄ άλλους, περισσότερο βάσιμα, προέρχεται από την περσική λέξη padeshah =πους+βασιλεύς, πόδι βασιλέως, δηλαδή ο πλησιέστερος ιεραρχικά στον βασιλέα ή αυτοκράτορα και η οποία χρησιμοποιούνταν από τους σουλτάνους ως επίσημος συμπληρωματικός τίτλος επιμέρους περιοχών που υπάγονταν σ΄ αυτούς.